- πεπτικό σύστημα
- Το πεπτικό σύστημα αποτελείται από πολυάριθμα όργανα που, ενωμένα κατά σειρά, σχηματίζουν ένα μακρό σωλήνα, που στον ενήλικο μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 12-13 μ. (πεπτικός σωλήνας), και από προσαρτημένους αδένες, όπως οι σιελογόνοι, το συκώτι και το πάγκρεας.
Βασική λειτουργία του πεπτικού συστήματος είναι η θρέψη του ανθρώπινου οργανισμού. Ο πεπτικός σωλήνας αρχίζει από το στόμα, στο οποίο περιέχονται τα δόντια και η γλώσσα, η οποία αποτελεί και την κύρια έδρα της γεύσης.
Οι εκφορητικοί πόροι των τριών ζευγών των σιαλογόνων αδένων (παρωτίδα, υπογνάθιος, υπογλώσσιος) εκβάλλουν στη στοματική κοιλότητα· από αυτή αρχίζει ο φάρυγγας, βραχύς σωλήνας, κοινός με το αναπνευστικό σύστημα, που στη βάση του λαιμού συνεχίζεται με τον οισοφάγο. Ο οισοφάγος είναι όργανο τυπικά σωληνοειδές (μήκος περίπου 25 εκ.), που διατρέχει το θώρακα από πάνω προς τα κάτω και, μέσω του διαφράγματος, εκβάλλει στο στομάχι. Το στομάχι, όργανο σακκοειδές που βρίσκεται στο επάνω μέρος της κοιλιάς, συνεχίζεται με το έντερο, το οποίο διαιρείται με τη σειρά του σε δυο τμήματα, το αρχικό, που ονομάζεται λεπτό έντερο, και το τελικό, που ονομάζεται παχύ έντερο. Στο πρώτο μέρος του λεπτού εντέρου, για την ακρίβεια στο δωδεκαδάκτυλο, χύνεται το παγκρεατικό υγρό και η χολή που εκκρίνεται από το συκώτι και συλλέγεται στη χοληδόχο κύστη. Το παχύ έντερο διακρίνεται σε τρία τμήματα: στο τυφλό, στο κόλον, και στο ευθύ· το τελευταίο καταλήγει στον πρωκτό.
πέψη. Είναι το σύνολο των φαινομένων που επιτρέπουν στον οργανισμό να χρησιμοποιήσει τις τροφές. Οι βασικές διεργασίες της πέψης συνίστανται στη διάσπαση των ουσιών που έχουν ληφθεί σε απλούστερα προϊόντα, που μπορούν να απορροφηθούν από τον πεπτικό σωλήνα και να αφομοιωθούν στα διάφορα όργανα. Οι φυσικοχημικές αυτές διεργασίες εκτελούνται από διάφορες ουσίες και ένζυμα που βρίσκονται στα διάφορα πεπτικά υγρά, σε διαφορετικά τμήματα του πεπτικού σωλήνα: το σάλιο, το γαστρικό υγρό, το παγκρεατικό υγρό, η χολή και το εντερικό υγρό.
Η μάσηση είναι η πρώτη πράξη της πέψης· έργο της είναι το άλεσμα των τροφών οι οποίες προετοιμάζονται έτσι για να δεχτούν τη δράση των διάφορων πεπτικών υγρών και πρώτα απ’ όλα του σάλιου, που αρχίζει τη δράση του κατά την παραμονή των τροφών στο στόμα. Το σάλιο διαλύει μερικές ουσίες των τροφών και αρχίζει τη διάσπαση του αμύλου και του γλυκογόνου, που, με τη δράση της πτυαλίνης –ενζύμου που περιέχεται στο σάλιο– διασπώνται σε μόρια μαλτόζης. Στο στομάχι οι ουσίες συναντούν όξινο περιβάλλον, το οποίο, εκτός του ότι ευνοεί την υδρόλυση των υδατανθράκων, επιτρέπει στην πεψίνη*, που βρίσκεται στο γαστρικό υγρό, να προσβάλει τις πρωτεΐνες και να τις διασπάσει έτσι σε πεπτόνες. Η ρευστή και όξινη μάζα (χυμός), στην οποία έχουν μεταβληθεί οι τροφές από το γαστρικό υγρό, ανακατεύεται με τις κινήσεις του στομάχου και προωθείται σιγά-σιγά στο δωδεκαδάκτυλο· φυσιολογικά η πέψη στο στομάχι συμπληρώνεται σε τρεις περίπου ώρες μετά το γεύμα. Στο δωδεκαδάκτυλο, όπου το περιβάλλον είναι αλκαλικό, ο χυμός υποβάλλεται στην επίδραση της χολής* και του παγκρεατικού υγρού (*πάγκρεας). Η πρώτη ευνοεί την πέψη και την απορρόφηση των λιπών, διεγείρει επίσης την κινητικότητα του εντέρου· το παγκρεατικό υγρό με τα ένζυμά του προσβάλλει πρωτεΐνες, υδατάνθρακες και λίπη. Οι πρωτεΐνες και οι πεπτόνες διασπώνται από την παγκρεατική θρεψίνη σε αμινοξέα ή σε πολυπεπτίδια· στο μεταξύ μια διάσταση συμπληρώνει την πέψη των υδατανθράκων μέχρι μορίων μαλτόζης, ενώ η λιπάση του παγκρέατος διασπά τα λίπη σε γλυκερίνη και λιπαρά οξέα. Προχωρώντας στο λεπτό έντερο, η μάζα των τροφών υποβάλλεται σε περαιτέρω πεπτική διεργασία από το εντερικό υγρό, τα κύρια συστατικά του οποίου αντιπροσωπεύονται από μια μαλτάση, που διασπά τη μαλτόζη σε γλυκόζη, από μια ιμβερτάση, που διασπά τη σακχαρόζη σε γλυκόζη και φρουκτόζη, από μια λακτάση, που προκαλεί την υδρόλυση της λακτόζης σε γαλακτόζη και γλυκόζη, και από την ερειψίνη, ενζυματικό σύμπλεγμα, που συμπληρώνει την πέψη των πρωτεϊνών. Εκτός αυτών, στις κατώτερες περιοχές του λεπτού εντέρου αρχίζει να έχει σημασία και η δραστηριότητα της μικροβιακής χλωρίδας, που συνεργάζεται στην πέψη πολλών τροφών και στη σύνθεση των βιταμινών. Στο έντερο γίνεται συγχρόνως η απορρόφηση των προϊόντων της πέψης, η οποία διευκολύνεται από την τεράστια έκταση της επιφάνειας του εντέρου που προσφέρουν οι χαρακτηριστικές λάχνες του. Οι κινήσεις του εντέρου ανακατεύουν συνεχώς τη μάζα των τροφών και προωθούν τα περιττά υπολείμματά τους προς το κόλον, όπου στερεοποιούνται δια της απορρόφησης μεγάλου μέρους νερού. Στο κόλον βρίσκεται τεράστια ποσότητα μικροβίων που προκαλούν ζύμωση και σήψη στα υπολείμματα των τροφών με παραγωγή τοξικών ουσιών, στις οποίες ο φυσιολογικός βλεννογόνος του κόλου είναι στεγανός. Τέλος, η στερεοποιημένη μάζα των υπολειμμάτων των τροφών (κόπρανα) αποβάλλεται με τα ανακλαστικά της αφόδευσης.
Άλλοτε πίστευαν ότι τα προϊόντα της τροφής μπορούσαν να απορροφηθούν και να χρησιμοποιηθούν από τον οργανισμό μόνο εάν η πέψη τα είχε μεταβάλει σε πολύ απλές ουσίες: αμινοξέα για τις πρωτεΐνες, μονοσακχαρίτες για τους υδατάνθρακες, ενώ για τα λίπη υπήρχε η γνώμη ότι τα λιπαρά οξέα μετατρέπονται ταχέως σε ουδέτερα λίπη στα κύτταρα του εντερικού τοιχώματος και ότι με τη μορφή αυτή περνούσαν στα λεμφαγγεία του μεσεντέρου που, κατά τη διάρκεια της πέψης γεμίζουν από ένα γαλακτώδες υγρό, που ονομάζεται χυλός. Τώρα πλέον έχει αποδειχτεί ότι, έστω και σε μικρή ποσότητα, το έντερο μπορεί να απορροφήσει πολυπεπτιδικές αλύσους καθώς και ολόκληρες πρωτεΐνες και ότι τα λίπη μπορεί να απορροφηθούν και με μορφή τριγλυκεριδίων. Η φυσιολογική εξέλιξη της πέψης συμπεριλαμβάνειμια σειρά μηχανισμών έκκρισης και κινήσεων που συντονίζονται από νευρικές και ορμονικές δραστηριότητες. Η έκκριση του σάλιου π.χ. διεγείρεται από την παρουσία τροφής στο στόμα και από τη μάσηση, μπορεί όμως να διεγερθεί και με τη θέα απλώς των τροφών (*ανακλαστικά) και αυτός ο τύπος του σάλιου μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με την ποιότητα των τροφών. Με την είσοδο της τροφής στο στόμα αρχίζει η έκκριση του γαστρικού υγρού η έκκριση αυτή αυξάνει και συνεχίζεται κατά την παραμονή των τροφών στο στομάχι. Ο όξινος χυμός, φτάνοντας στο δωδεκαδάκτυλο, διεγείρει τον εντερικό βλεννογόνο στην έκκριση μιας ορμόνης που ονομάζεται σεκρετίνη, η οποία διεγείρει την έκκριση παγκρεατικού υγρού· ταυτόχρονα με τη δράση των λιπών, κυρίως, η χοληδόχος κύστη συσπάται και αυξάνει η ροή της χολής. Οι κινήσεις ολόκληρου του πεπτικού σωλήνα ρυθμίζονται με τη σειρά τους από νευρικά ανακλαστικά, το κύκλωμα των οποίων συμπληρώνεται στα τοιχώματα των ίδιων οργάνων (ενδοτοιχωματικά νευρικά πλέγματα) ή φτάνουν σε πιο οργανωμένα νευρικά κέντρα και το κεντρικό νευρικό σύστημα επιδρά με το νευροφυτικό εφ’ όλης της πέψης με κινητικές και εκκριτικές ίνες: γίνεται κατανοητό έτσι το πώς και ψυχικά ερεθίσματα μπορούν να επηρεάσουν θετικά ή αρνητικά τις διεργασίες της πέψης.
Dictionary of Greek. 2013.